Αρχαιολογικοί Διάλογοι 2023 – 2η πρόσκληση

Το ‘περιβάλλον’ της Αρχαιολογίας: Μνήμη, Περιβάλλον και Τουριστική ανάπτυξη

Σύρος 27-29 Μαϊου 2023

Φίλες και φίλοι,

η Οργανωτική Επιτροπή των Αρχαιολογικών Διαλόγων 2023 ανακοινώνει τις φετινές θεματικές συνεδρίες και σας προσκαλεί να καταθέσετε τις προτάσεις σας για συμμετοχή με ανακοίνωση, σε όποια θεματική επιθυμείτε.

Καταληκτική προθεσμία υποβολής τίτλων και περιλήψεων: 27 Απριλίου 2023.

Οι περιλήψεις, έκτασης ως 200 λέξεις, πρέπει να αποσταλούν με e-mail στην Οργανωτική Επιτροπή των Αρχαιολογικών Διαλόγων (archaeologikoidialogoi2023@gmail.com).

Τέλος, σας ενημερώνουμε ότι οι λοιπές δράσεις, εργαστήρια, εικαστικές προτάσεις που έχουν υποβληθεί στην ΟΕ θα ανακοινωθούν πολύ σύντομα.

Θεματικές συνεδρίες

Ι.

Βιομηχανικές ιστορίες Ερμούπολης

Συντονίστριες: Μαργαρίτα Καλουτά, Σύλλογος Φίλων Κέντρου Τεχνικού Πολιτισμού Ερμούπολης

Ειρήνη Λεοντακιανάκου, Επίκουρη Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Η προτεινόμενη συνεδρία θα πραγματεύεται την ανάδειξη και αξιοποίηση της βιομηχανικής κληρονομιάς της Σύρου, εστιάζοντας στην επανάχρηση των βιομηχανικών κτιρίων της πόλης και στοχεύοντας στην σύνδεση της Ιστορίας του τόπου με τις νέες τεχνολογίες και τον ψηφιακό κόσμο.

Η εν λόγω συνέργεια θα συμβάλει στην περαιτέρω ευαισθητοποίηση σε σχέση με τη λειτουργία του Βιομηχανικού Μουσείου, με την προσδοκία να ανοίξουν νέες προοπτικές για ιδέες και  προτάσεις, μεταξύ των συμμετεχόντων και του κοινού.

 

Η διαχείριση της βιομηχανικής κληρονομιάς και η προβληματική της επανάχρησης βιομηχανικών μνημείων στη σύγχρονη εποχή.

Συντονίστριες: Καλλιόπη Κατσικαβέλη, αρχιτέκτων ΥΠΠΟΑ/Διεύθυνση Προστασίας & Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων

Αγγελική Κουμνά, αρχαιολόγος ΕΦΑ Κυκλάδων

            Στόχος της θεματικής είναι να προσφέρει στους συμμετέχοντες μέσα από διεπιστημονικές προσεγγίσεις μια σφαιρική εικόνα του πεδίου της βιομηχανικής αρχαιολογίας, να αναδείξει τη συνάφεια των βιομηχανικών μνημείων με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και τις συνθήκες κάθε εποχής, να αναλύσει τις έννοιες της διαχείρισης της βιομηχανικής κληρονομιάς και να αξιολογήσει τα εκάστοτε οφέλη ή και πιθανά προβλήματα από την ανάδειξη ενός μνημείου βιομηχανικής κληρονομιάς και τέλος να συνδέσει την ανάδειξη της εγχώριας βιομηχανικής κληρονομιάς με τη διεθνή και ευρωπαϊκή πολιτική για τη συντήρηση, διατήρηση και προστασία των μνημείων. 

            Στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας θα παρουσιαστεί το βασικό θεσμικό πλαίσιο στην Ελλάδα, οι θεσμοί διαχείρισης, καθώς και καταστατικά κείμενα διεθνών κι ευρωπαϊκών οργανισμών, όπως η Χάρτα του Ν. Tagil. Επιπλέον, θα συζητηθούν και πρακτικά ζητήματα, όπως η ένταξη των βιομηχανικών μνημείων στον οικιστικό ιστό, η συνύπαρξη τους με τους αρχαιολογικούς χώρους και τους ιστορικούς τόπους και η αξιοποίηση και η λειτουργική επανάχρησή τους μέσα από συγκεκριμένες μελέτες περίπτωσης. 

            Επιπλέον, θα οργανωθούν επισκέψεις – εκπαιδευτικές περιηγήσεις σε βιομηχανικά μνημεία της Σύρου και ειδικότερα της Ερμούπολης, που αποτελούν παραδείγματα καλών πρακτικών επανάχρησης βιομηχανικών κτηρίων.

Νησιωτικοί πληθυσμοί των Κυκλάδων κατά τα νεότερα χρόνια

Συντονιστ(ρι)ες: Δημήτρης Κουσουρής, μεταδιδακτορικός ερευνητής, Πανεπιστήμιο Βιέννης

Ηλίας Κολοβός, Αναπληρωτής Καθηγητής Οθωμανικών σπουδών, Πανεπιστήμιο Κρήτης,

Ελευθερία Ζέη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ιστορίας Νέων Χρόνων, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Στόχος της θεματικής είναι να αναδείξει την πολυπλοκότητα των σχέσεων στο εσωτερικό των νησιωτικών πληθυσμών των Κυκλάδων κατά τα νεότερα χρόνια, αλλά και το ανθρώπινο πλέγμα των διασυνδέσεών τους με τη Μεσόγειο σε μια περίοδο κατά την οποία τα νησιά συνιστούσαν κόμβο διασταύρωσης διαφορετικών εθνικών και θρησκευτικών κοινωνιών (ορθόδοξες, καθολικές, μουσουλμανικές), καθεμιά από τις οποίες διαμόρφωνε δικές της κοινωνικές και οικονομικές δυναμικές, πολιτικές κυριαρχίας και στρατηγικές  επιβίωσης.

ΙΙ.

Κατσίκια, πεζούλες και σταβλιά: το αγροτικό τοπίο στις Κυκλάδες

Συνονίστριες: Χριστίνα Κωνσταντακοπούλου, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών,

Μαρία Κουτσουμπου, Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων

Αντικείμενο της απόλυτης καλοκαιρινής φαντασίωσης, το Κυκλαδίτικο τοπίο, στον βαθμό που διατηρείται σήμερα, δεν παραπέμπει στην αγροτική ή την ποιμενική δραστηριότητα· κι όμως, οι πεζούλες και τα πέτρινα αγροτικά κτίσματα στην ύπαιθρο των νησιών, στις «εξοχές», χαρακτηριστικά του τοπίου, μαρτυρούν χαμένες σήμερα, σε μεγάλο βαθμό, δραστηριότητες και, μαζί με τις πληροφορίες από τις επιγραφές και τις πηγές, μπορούν να ανασυνθέσουν τη διαχρονική ιστορία του τόπου και του τοπίου.

Στόχος της θεματικής είναι να φωτιστούν ζητήματα της αγροτικής και ποιμενικής ζωής στα νησιά και τα ξερονήσια του Αιγαίου, στο διαχρονικό τους πλαίσιο,  καθώς και να ανιχνευθεί η επίδρασή τους στη διαμόρφωση της σημερινής Κυκλαδικής ουτοπίας.

Το αναβαθμιδωμένο τοπίο και οι ξερολιθικές κατασκευές που το συνοδεύουν, στον ελλαδικό χώρο.

Συντονίστρια: Ιουλία Παπαευτυχίου, δρ αρχιτέκτων μηχανικός ΕΜΠ

Ο ελλαδικός χώρος, κατά ένα μεγάλο τμήμα του σε περιοχές με έντονες εδαφικές κλίσεις, χαρακτηρίζεται από αναβαθμιδωμένα τοπία. Τα ανθρωπογενή αυτά τοπία, εκτός από ξερολιθικούς τοίχους αντιστήριξης, περιλαμβάνουν πλήθος άλλων ξερολιθικών κατασκευών, με πολυεπίπεδη σημασία. Ωστόσο, η εγκατάλειψη της υπαίθρου κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, έχει οδηγήσει στην απαξίωση αυτών των κατασκευών. Επισημαίνοντας τον ρόλο των αναβαθμίδων στην προστασία του εδάφους από τη διάβρωση και την αποτροπή της επαπειλούμενης ερημοποίησης του ανθρωπογενούς τοπίου του νησιού, θεωρείται σημαντική η ενασχόληση με τους τρόπους διατήρησης τόσο των ξερολιθικών τοίχων αντιστήριξης, όσο και των υπολοίπων ξερολιθικών κατασκευών.

Η πρόσφατη ένταξη της τέχνης της ξερολιθιάς, τον Οκτώβριο του 2018, στον Παγκόσμιο Κατάλογο της Άϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας, της UNESCO, έδωσε το έναυσμα για δράσεις με στόχο την διαφύλαξη, την προστασία και την ανάδειξη όλων των ξερολιθικών κατασκευών, ως το αποτέλεσμα της εφαρμογής της τέχνης της ξερολιθιάς. Άλλωστε, οι κατασκευές αυτές αποτελούν νεότερα μνημεία και όχι μόνον, αφού η επιστήμη της αρχαιολογίας στρέφεται στην ακριβή χρονολόγησή τους, δεδομένης της διαχρονικής παρουσίας τους στο αγροτικό τοπίο. Επί πλέον, επισημαίνεται ο μεγάλος αριθμός ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων για τη διοργάνωση εργαστηρίων, με αντικείμενο τις ξερολιθικές κατασκευές, με στόχο τη διατήρηση και μετάδοση της τέχνης της ξερολιθιάς.

Υφαντικά τοπία: στιγμιότυπα μέσα στη μακρά διάρκεια της ιστορίας

Συντονίστριες: Βασιλική Νικολοβιένη, συντηρήτρια αρχαιοτήτων – υφάντρα

 Γερασιμούλα Ιωάννα Νικολοβιένη, αρχαιολόγος Brown University

Σοφία Βακιρτζή, αρχαιολόγος ΟΔΑΠ

Υφαντικά τοπία δεν είναι μόνο τα φυσικά περιβάλλοντα που μεταμορφώνονταν, εξαιτίας της κλωστοϋφαντουργικής παραγωγής, στη μακρά διάρκεια της προ-βιομηχανικής ανθρώπινης ιστορίας, όσο οι υφαντικές πρώτες ύλες συλλέγονταν ή παράγονταν αποκλειστικά από τον φυτικό και ζωϊκό κόσμο. Είναι και όλα εκείνα τα τοπία που η ανθρώπινη δράση διαμόρφωνε, καθώς η συνήθεια των πρακτικών και η οικειότητα των εικόνων της κλωστοϋφαντουργίας αποκρυσταλλώνονταν σε παραδόσεις, έθιμα και τεχνικές. Ακόμη, υφαντικά τοπία σχηματίζανε οι βιομηχανίες που αναδύονταν στα νεαρά αστικά κέντρα του 19ου αιώνα, όπως το Μεταξουργείο στην Αθήνα ή η βαμβακοβιομηχανία της Σύρου.

Σε αυτή τη συνεδρία, θέλουμε να αναζητήσουμε και να συζητήσουμε στιγμιότυπα υφαντικών τοπίων όπως αυτά προβάλλουν ή υπονοούνται διαχρονικά, μέσα από αρχαιολογικές, ιστορικές ή εθνογραφικές μαρτυρίες.

Για να δώσουμε δύο παραδείγματα: από τις Ιστορίες του Ηρόδοτου και τη διήγηση για μία νεαρή γυναίκα από την φυλή των Παιόνων που πάει για νερό στο ποτάμι, κρατώντας στάμνα πάνω στο κεφάλι της, τραβώντας ένα άλογο από τα γκέμια, και γνέθοντας ταυτόχρονα λινάρι, αναδύονται συνεκδοχικά τα λιναροχώραφα και η λιναροκαλλιέργεια, αλλά και το άμεσο τοπίο του διηγούμενου επεισοδίου, που ορίζεται από δύο ισότιμα στοιχεία: το ποτάμι και τη γνέθουσα. Σε άλλο χωροχρονικό πλαίσιο, από μία βραχογραφία της πρώιμης τρίτης χιλιετίας π.Χ. που βρέθηκε στη Νάξο, και απεικονίζει σχηματικά έναν άνθρωπο και ένα κερασφόρο ζώο πάνω σε πλοιάριο, προβάλλουν πρακτικές πλωτής μεταφοράς αιγοπροβάτων, νησιωτικά βοσκοτόπια και τοπία εριουργίας, την εποχή που το μαλλί του προβάτου αρχίζει να γίνεται, για πρώτη φορά στην ιστορία του Αιγαίου, περιζήτητη υφαντική πρώτη ύλη.

Μαζί με την παρουσίαση ανάλογων στιγμιότυπων που μπορούμε να εκμαιεύσουμε από κείμενα, μνημεία, τέχνεργα ή βιοαρχαιολογικά δεδομένα, στη συνεδρία προσκαλούμε και βιωματικές αφηγήσεις και συμμετοχικές καλλιτεχνικές ή  χειροτεχνικές δράσεις, για να φανταστούμε τα υφαντικά τοπία και μέσα από μη- ακαδημαϊκές ματιές και να ενεργοποιήσουμε σε αυτήν την αναζήτηση αισθήσεις πέρα από την όραση και την ακοή.

ΙΙΙ.

Φυσικό περιβάλλον, αρχαιότητες και τουριστική ανάπτυξη στη Σύρο: αντιφάσεις και προβληματισμοί

Συντονίστριες: Μαρίζα Μαρθάρη, Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων)

Δώρα Παπαγγελοπούλου, Αρχαιολόγος Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων

Η Σύρος είναι ένας τόπος που η κύρια αρχαία πόλη της έχει καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά από την προσφυγική, μνημειώδη Ερμούπολη στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Επομένως η ανάγκη για την προστασία των υπόλοιπων αρχαιολογικών θέσεων προβάλλει ιδιαίτερα επιτακτική.

Η αρχαιολογική υπηρεσία προστατεύει τις αρχαιότητες βασισμένη στον Αρχαιολογικό Νόμο, κηρύσσοντας αρχαιολογικούς χώρους, οριοθετώντας ζώνες προστασίας των αρχαίων και διεξάγοντας σωστικές ανασκαφές. Από την άλλη μεριά η στάση των κατοίκων και των τοπικών φορέων ως προς το περιβάλλον, φυσικό και οικιστικό, επηρεάζει σημαντικά και τις αρχαιότητες αφού οι τελευταίες ως μέρος πλέον του σύγχρονου τοπίου συνομιλούν και αλληλεπιδρούν με αυτό.

Η προστασία του ιδιαίτερου φυσικού κάλλους περιβάλλοντος της βόρειας Σύρου (Επάνω Μεριάς), το οποίο μεταξύ άλλων διατηρεί ανέπαφο το κυκλαδίτικο αγροτικό τοπίο και την κυκλαδίτικη παραδοσιακή αρχιτεκτονική, μέσω του  προγράμματος Natura αλλά και η ευαισθησία που δείχνουν κατά κανόνα οι Συριανοί για το τμήμα αυτό του νησιού αναπτύσσοντας μάλιστα εκεί εναλλακτικές μορφές τουρισμού, όπως ο περιπατητικός τουρισμός και ο αγροτουρισμός, βοηθούν στο να μένουν ανέπαφοι οι σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι της περιοχής. Έτσι εντάσσονται και αυτοί σε ένα πλαίσιο αειφόρου ανάπτυξης, μακριά από τις καταστροφικές συνέπειες της τουριστικής υπερεκμετάλλευσης.

Αντίθετα, η τουριστική ανάπτυξη του νότιου τμήματος του νησιού ακολουθώντας το πρότυπο του μαζικού τουρισμού, ακόμη και αν είναι κατά πολύ ηπιότερη από εκείνην άλλων Κυκλάδων, έχει ως αποτέλεσμα την αλλοίωση του περιβάλλοντος των αρχαιολογικών χώρων και σε ορισμένες περιπτώσεις την βλάβη και την καταστροφή αρχαιοτήτων.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια αναπτύσσονται προβληματισμοί και αναζητούνται οι καλύτερες δυνατές λύσεις για την προστασία και ανάδειξη των αρχαιοτήτων σε ένα νησί που τα τελευταία χρόνια αναζητεί εναλλακτικούς δρόμους στην αγροτική παραγωγή και την τουριστική ανάπτυξη ενώ ταυτόχρονα έχει να επιδείξει αξιόλογα επιτεύγματα και στον πολιτιστικό τομέα.

Τουρισμός, Πολιτιστική Κληρονομιά και Τοπικές Κοινωνίες.

Εθνογραφικές προσεγγίσεις και διεπιστημονικές συναντήσεις

Συντονιστές: Δέσποινα Νάζου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος- μεταδιδακτορική ερευνήτρια, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, 

Εσθήρ Σολομών, Επίκουρη Καθηγήτρια Μουσειολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Κατερίνα Κωνσταντίνου, Ιστορικός Τέχνης, Υποψ. Διδάκτωρ Κοινωνικής Ανθρωπολογία Παντείου Πανεπιστημίου

Γιάννης Δρίνης, Λαογράφος- Κοινωνικός Ανθρωπολόγος, προϊστάμενος στο Τμήμα Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Διαπολιτισμικών Θεμάτων στο Υπουργείο Πολιτισμού.

Τις τελευταίες δεκαετίες, η μελέτη των σχέσεων μεταξύ (υλικής και άυλης) πολιτιστικής κληρονομιάς, τοπικών κοινωνιών και τουρισμού αξιοποιεί εθνογραφικές μεθόδους προκειμένου διερευνήσει την πρόσληψη και κατασκευή τουριστικών προορισμών, την κοινωνική εννοιολόγηση της αυθεντικότητας, την αισθητική χρήση και αποτίμηση του παρελθόντος για εμπορικούς λόγους (retrochic), καθώς και την παραγωγή και αναπαραγωγή διάφορων μορφών τοπικότητας.

Τόσο η ανθρωπολογία του τουρισμού  όσο και οι κριτικές σπουδές πολιτιστικής κληρονομιάς (Critical Heritage Studies), προσεγγίζουν το παρελθόν ως πεδίο «αμφισβήτησης» ή «σύγκρουσης», συχνά συνυφασμένο με αντικρουόμενες ερμηνείες και αποκλίνουσες αξίες και συμφέροντα εντός και μεταξύ διαφορετικών ομάδων. Ο κατακερματισμός του προσωπικού βίου και των ταυτοτήτων, η αξιοποίηση της νοσταλγίας για τη δημιουργία και την προώθηση τουριστικών προϊόντων, ο αισθητικός αναστοχασμός (aesthetic reflexivity) και η γενικότερη δυσαρέσκεια απέναντι στις επίσημες αφηγήσεις περί κληρονομιάς που εκπορεύονται από θεσμικές δομές εξουσίας που αδιαφορούν για την ιστορική εμπειρία των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, τη φτώχεια, τις ασθένειες, τις συγκρούσεις, τον πόλεμο και την αποικιοκρατία, καθιστούν την τουριστική εμπειρία της πολιτιστικής κληρονομιάς ένα προνομιακό εθνογραφικό πεδίο έρευνας των ιδεολογικών χρήσεων της ιστορίας και των περιπετειών της κοινωνικής ταυτότητας σε τοπικό επίπεδο.

Στο πλαίσιο της συνεδρίας αναμένεται να αναπτυχθεί περαιτέρω ο σχετικός προβληματισμός και να παρουσιαστούν έρευνες για τις εξής θεματικές:  

  1. Συμβολικές χρήσεις της πολιτιστικής κληρονομιάς: η κατανάλωση και λειτουργία της σε τοπικές κοινωνίες με τουριστικές οικονομίες.
  2. Τοπικές κοινωνίες, τουρισμός και πολιτιστική κληρονομιά: πεδίο πολλαπλών διεκδικήσεων, συγκρούσεων και αμφισβητήσεων ως προς τη  συγκρότηση ταυτοτήτων.
  3. Επιτελεστικές πρακτικές ατόμων και συλλογικοτήτων που αναδιαμορφώνουν /επαναπλαισιώνουν τη σχέση τουρισμού και πολιτιστικής κληρονομιάς. 
  4. Η «επινόηση» της παράδοσης και οι διαδικασίες «κληρονομοποίησης» (heritagization) που εφαρμόζονται στο πλαίσιο δημόσιων πολιτικών. 
  5. Ζητήματα «αισθητικού αναστοχασμού» και δημιουργίας κανονιστικών προτύπων αναφορικά με τις προσλήψεις της πολιτιστικής κληρονομιάς.
  6. Η πρόσληψη των πολιτιστικών τοπίων και του (δημόσιου) χώρου μέσα από τις παρεμβάσεις εικαστικών δράσεων.
  7. Τουρισμός και άυλη πολιτιστική κληρονομιά.

Νησιωτικό τοπίο, παράδοση και η εποχή της εισβολής με τουριστικούς όρους: ο οπτικός πολιτισμός και οι τέχνες

Συντονίστρια: Εύα Κέκου, δρ. Ιστορικός της Τέχνης/θεωρητικός πολιτισμού και ανεξάρτητη επιμελήτρια εκθέσεων

Το πανελ αυτό συζήτησης έχει σκοπό να συμπεριλάβει εισηγησεις που έχουν ως αναφορά τη τέχνη, το πολιτισμό και τις δράσεις που διεξάγονται στη νησιωτική ελλάδα και με ποιο τρόπο οι δράσεις αυτές ασκούν κριτική ή αποπειρώνται να ασκήσουν κριτική στις ραγδαίες αλλαγές που συντελούνται σε πολεοδομικό, αρχιτεκτονικό, κοινωνικό χαρακτήρα και συμβάλλουν ευνοϊκά στη συζήτηση σε τοπικό, και υπερ τοπικό επίπεδο θέτοντας θέματα προς συζήτηση, απευθύνοντας νέες τοπικότητες και υβριδικότητες που αφορούν τη νησιωτικοτητα αλλά και μορφές ανάπτυξης νέων δράσεων στο Πολιτισμό και τις τέχνες.

Ταξίδια χωρίς προορισμό. Κριτικές προσεγγίσεις στις Τουριστικές Σπουδές 

Συντονιστές: Γιάννης Δρίνης, Λαογράφος- Κοινωνικός Ανθρωπολόγος, προϊστάμενος στο Τμήμα Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς και Διαπολιτισμικών Θεμάτων στο Υπουργείο Πολιτισμού

Δέσποινα Νάζου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος- μεταδιδακτορική ερευνήτρια, στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Μιχάλης Νικολακάκης, Κοινωνικός Ανθρωπολόγος, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Προσφάτως εκδόθηκε ο συλλογικός τόμος «Ταξίδια χωρίς Προορισμό. Κριτικές Προσεγγίσεις στις Τουριστικές Σπουδές» με επιμελητές τη Δέσποινα Νάζου, Μιχάλη Νικολακάκη, Μανόλη Τζανάκη.

Ο τόμος αυτός αποπειράται να παρουσιάσει θεωρητικούς προβληματισμούς και ερευνητικά εγχειρήματα στο πεδίο των κριτικών σπουδών τουρισμού και κυρίως στα πεδία της κοινωνιολογίας και ανθρωπολογίας του τουρισμού, στα πεδία της ιστορίας, της χωροταξίας και των πολιτισμικών σπουδών.

Ανακινεί έναν ευρύτερο προβληματισμό για μια σειρά από ζητήματα που σχετίζονται με την έννοια της «αυθεντικότητας» των τουριστικών εμπειριών και των σκηνοθετημένων χώρων προς τουριστική κατανάλωση όπως και με τη σημειολογία του τουριστικού βλέμματος και των επιτελέσεων των τουριστικών ταυτοτήτων.  Επίσης  παρουσιάζει τους τουριστικούς  χωρικούς μετασχηματισμούς και τη νέα τουριστική ιστοριογραφία.

Οι μελέτες περίπτωσης  και οι έρευνες στις οποίες αναφέρονται  θέτουν στο επίκεντρό τους  λόγους και λογοθετικές πρακτικές που συνέβαλαν στην ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού μέσα από μεταπολεμικούς τουριστικούς οδηγούς. Επίσης αφορούν τρόπους με τους οποίους οι αρχαιολογικοί τόποι ή τόποι κληρονομιάς αποτελούν ζώνες διαπολιτισμικότητας όπως η Δήλος. Ακόμη ερευνάται η ‘αποικιακότητα’ ως ένας τρόπος δεξίωσης του ξένου στα Σφακιά, αλλά και οι οικονομικο-κοινωνικοί μετασχηματισμοί στον τουριστικό Λιμένα Χερσονήσου Κρήτης.  Η έννοια της ανάπτυξης των τουριστικών υποδομών στη Χαλκιδική αλλά και η κοινωνική κατασκευή της μνήμης και των διαφορετικών μορφών τουρισμού στη Ικαρία είναι ζητήματα που απασχολούν τους συγγραφείς του τόμου. Επίσης η ταξιδιωτική εμπειρία των ανθρωπολόγων και ως «τουριστών» στην Ισπανία, η πολιτισμική παραγωγή και οι καλλιτεχνικές δράσεις στον τουρισμό στη Λευκάδα , όπως και τα ταξίδια των ναυτικών μέσα από τους πολλαπλούς τους ρόλους  και τις διαπολιτισμικές  συναντήσεις ολοκληρώνουν τις θεματικές που αναπτύσσονται στον τόμο.

Με αφορμή όλα τα παραπάνω η παρουσίαση-συζήτηση  της προτεινόμενης δράσης σκοπεύει να ανοίξει  έναν  ευρύ διάλογο με το κοινό των Αρχαιολογικών Διαλόγων  της Ερμούπολης για ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς και  τουριστικής ανάπτυξης, κοινωνικής μνήμης και τουρισμού, ηθικής του τουρισμού, κοινωνικών  ανισοτήτων, «νέο-αποικιακότητας» , «αποτουρισμού», οικολογίας και τουρισμού, βιωσιμότητας.

IV.

Φυσικό περιβάλλον και κινήματα στις Κυκλάδες

Συντονιστές:  Ιάσονας Μίχος, Χαρούλα Χαλαστάνη, Δαμιανός Γαβαλάς, Αντώνης Ρούσσος, Βίλμα Τσίρκα, Γιάννης Βενέτης, Γιώργος Παπαδήμος, Νάγια Νικολάου, Παρατηρητήριο Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου

Το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον του νησιωτικού συμπλέγματος των Κυκλάδων έχει δεχτεί σημαντικές πιέσεις κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ως συνέπεια της τουριστικής ανάπτυξης, της ανεξέλεγκτης δόμησης, της βιομηχανικής δραστηριότητας και της ενεργειακής μετάβασης. Η επαπειλούμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση έχει προκαλέσει το σχηματισμό και την ενεργοποίηση ποικιλόμορφων περιβαλλοντικών και οικολογικών κινημάτων στα νησιά των Κυκλάδων

Η θεματική συνεδρία με θέμα «Φυσικό περιβάλλον και κινήματα στις Κυκλάδες» θα φιλοξενήσει εισηγήσεις εκπροσώπων των ανωτέρω κινημάτων και συλλογικοτήτων, φέρνοντας στην επιφάνεια κάποια από τα μείζονα προβλήματα που απασχολούν τις τοπικές κοινωνίες των Κυκλάδων, όπως:

– Εγκατάσταση βιομηχανικών αιολικών πάρκων

– Υπερτουρισμός

– Χωροταξία και οικιστική ανάπτυξη

– Βιομηχανική δραστηριότητα και θαλάσσια ρύπανση

– «Στρατηγικές επενδύσεις» και φυσικό περιβάλλον

– Διαχείριση φυσικών πόρων

– Διαχείριση αποβλήτων

Το νερό ως ζωοποιό στοιχείο στην ζωή του ανθρώπου και ως ρυθμιστής των κοινωνικών και πολιτισμικών τοπίων. 

Συντονίστριες: Πετρούλα Τατσοπούλου, Μαρία Κουτσουμπου αρχαιολόγοι, Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων

Η παρουσία του νερού αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην διαμόρφωση της γεωγραφίας, ενώ από την αρχαιότητα υπήρξε βασική προϋπόθεση επιλογής θέσεων εγκατάστασης. Η αφθονία του ή η έλλειψή του έθρεψαν και κατέστρεψαν αντίστοιχα πολιτισμούς. Ενώ στην προσπάθειά του ο άνθρωπος να δαμάσει και να διαχειριστεί σύμφωνα με τις ανάγκες του αυτό το φυσικό στοιχείο εξέλιξε τη σκέψη του και επινόησε νέα μονοπάτια διαχείρισης. 

Όπως το νερό φιλτράρεται κάθε φορά από τα διάφορα γεωλογικά στρώματα, έτσι και η διαχείρισή του, φιλτράρεται από τις πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αντιλήψεις που διέπουν κάθε κοινωνία.  Στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας «Αρχαιολογία και Περιβάλλον» επιχειρείται η διερεύνηση του ρόλου του νερού τόσο στο φυσικό τοπίο όσο και στα ανθρωπογενή περιβάλλοντα που διαμορφώνονται μέσα στον χρόνο. 

Στόχος είναι μέσα από μια διεπιστημονική συζήτηση να εξετάσουμε τους φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες κάθε κοινωνίας, οι οποίοι διαμορφώνουν νέες γεωγραφίες. Ιδιαίτερα σε περιβάλλοντα όπου το νερό δεν αφθονεί, όπως είναι τα νησιά του Αιγαίου οι κοινωνίες φαίνεται να αναπτύσσουν περίπλοκους συλλογικούς και ατομικούς μηχανισμούς για τη σωστή διαχείρισή του, καθώς εξαρτάται η επιβίωσή τους. Μέσα από την παρουσίαση ενδεικτικών παραδειγμάτων της αρχαιότητας και της προβιομηχανικής περιόδου θα καταδειχθούν οι αντιλήψεις και οι ανάγκες που οδηγούν σε συγκεκριμένες επιλογές. 

Στον αντίποδα της αρχαιότητας και των παραδοσιακών προβιομηχανικών κοινωνιών, θα αντιπαρατεθούν οι σύγχρονες προσεγγίσεις διαχείρισης του νερού. Οι ιδεολογίες που προσδιορίζουν τις πολιτικές και κοινωνικές στρατηγικές διαχείρισης αυτού του αγαθού καθώς και οι επιπτώσεις πάνω στα φυσικά και ανθρωπογενή περιβάλλοντα θα αναζητηθούν μέσα από την παράθεση του νομοθετικού πλαισίου της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης καθώς και από τις επιταγές των νέων κοινωνιών για μεγάλα δημόσια έργα όπως ένα υδροηλεκτρικό φράγμα και η δημιουργία τουριστικών τοπίων. 

Τέλος, θα επιχειρηθεί η προσέγγιση του νερού ως στοιχείο αλλά και ως στοιχείο  στη διαμορφωμένη συλλογική μνήμη μέσω της λαϊκής προφορικής παράδοσης.

V.

Η αξιοποίηση ευρωπαϊκών πόρων στην προστασία και ανάδειξη μνημείων: προτεραιότητες, οφέλη και προβληματισμοί

Συντονισμός: Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου

Με βάση τη συσσωρευμένη εμπειρία των στελεχών της ΕΥΔ από τη μέχρι σήμερα εποπτεία της Υπηρεσίας μας στα έργα προστασίας, ανάδειξης και προβολής αρχαιολογικών χώρων και μνημείων πολιτισμού που χρηματοδοτούνται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Νοτίου Αιγαίου στα νησιά των Κυκλάδων και της Δωδεκανήσου, καθώς οι δράσεις αυτές συνδέονται με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας, αλλά συμβάλλουν και στην προβολή ενός ποιοτικού τουριστικού προϊόντος και στην ανάπτυξη του τουρισμού, εκτιμούμε πως εν όψει και της νέας προγραμματικής περιόδου 2021-2027, η διοργάνωσή σας αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία να αναδειχθούν εμβληματικά έργα και να συζητηθούν θέματα, προτάσεις και προβληματισμοί για το πώς μπορούν τα Ευρωπαϊκά Ταμεία να συμβάλουν ακόμη εντονότερα στην ανάδειξη και προστασία των μνημείων της Περιφέρειάς μας. Η παραγωγή συγχρηματοδοτούμενων έργων υψηλής ποιότητας αποδεικνύεται άλλωστε από την αναγνώριση από την Europa Nostra μέσω της βράβευσης τόσο του Αρχαιολογικού Χώρου της Καρθαίας όσο και από της Επισκοπής Σικίνου.  

Παράλληλα, μία σειρά έργων Ψηφιακού Πολιτισμού στην πλειοψηφία των οποίων προβάλλονται μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι ή άλλα σημαντικά στοιχεία υλικού και άυλου πολιτισμού, υλοποιήθηκαν με συγχρηματοδότηση στο Νότιο Αιγαίο. Η αποτελεσματικότητα των έργων αυτών, η διαχείριση και η συνεργασία με τους ΟΤΑ καθώς και οι προκλήσεις που αντιμετωπίστηκαν, θα μπορούσαν να αποτελέσουν πολύτιμο παράδειγμα για τη νέα προγραμματική περίοδο, σε έργα ψηφιακού πολιτισμού. 

Το πάνελ θα προτείναμε να αποτελείται από στελέχη των Εφορειών Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και Δωδεκανήσου, της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Κυκλάδων & Δωδεκανήσου, της Επιτελικής Δομής ΕΣΠΑ του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, της Ειδικής Υπηρεσίας Διαχείρισης της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου και από υπεύθυνους έργων. Προτείνουμε να παρουσιαστούν οι δύο χώροι που βραβεύτηκαν, οι ψηφιακές εφαρμογές (επιλογή) και να συζητηθούν οι καλές πρακτικές, οι προκλήσεις και η αντιμετώπισή τους. 

Το θεσμικό πλαίσιο προστασίας μνημείων και ιστορικών τόπων του ΥΠΠΟΑ – Η περίπτωση των Κοιμητηρίων και των ταφικών μνημείων που βρίσκονται στις Κυκλάδες

Συντονίστρια: Αγγελική Κουμνά, αρχαιολόγος, ΕΦΑ Κυκλάδων

Τα Κοιμητήρια αποτελούν ιδιότυπους τόπους και οι προσεγγίσεις σχετικά με τη λειτουργία και τη μορφολογία τους, καθώς και η γενικότερη αξία του ιερού τους χώρου ενισχύουν την άποψη ότι αποτελούν φορείς μνήμης και συνέχειας με τους χώρους της πόλης και των κεντρικών οικισμών. Από την αρχαιότητα κιόλας γίνεται αντιληπτό ότι η «ιερότητα» τους συνεπικουρείται από μια ολόκληρη ταφική μνημειακή τέχνη, στηριγμένη στον συμβολισμό, στην υψηλή αισθητική αναζήτηση και στην επιδίωξη της εξασφάλισης της διάρκειας, απαραίτητου στοιχείου της μνήμης και επομένως κάθε μνημειακής αρχιτεκτονικής.

Τα Κοιμητήρια που δημιουργήθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα κάτω από το πνεύμα του ρομαντισμού και του κλασικισμού, αποτελούν σημαντικά μνημεία ιστορίας και καλλιτεχνικής αξίας. Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επιτύμβια αρχιτεκτονική και τα Κοιμητήρια στο δυτικό κόσμο και παρουσιάζονται προβλήματα σχετικά με την διατήρηση, την αποκατάσταση και προβολή των μνημείων που φέρουν. Για το λόγο αυτό έχουν χαρακτηριστεί ως «ανοικτά μουσεία» και εντάσσονται στην Ευρωπαϊκή Πολιτιστική Διαδρομή των Κοιμητηρίων, που εκφράζεται από την Ένωση Σημαντικών Κοιμητηρίων της Ευρώπης [Association of Significant Cemeteries of Europe (ASCE)].

Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός πλαισίου προστασίας των ιδιαίτερων αυτών τόπων ενταφιασμού, προχώρησε στον χαρακτηρισμό, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.4858/2021, (παλαιότερος αρχαιολογικός ν.3028/2002) αρκετών αξιόλογων κοιμητηρίων στον Ελλαδικό χώρο ως ιστορικών διατηρητέων μνημείων και ιστορικών τόπων, εναρμονίζοντας και ελέγχοντας με αυτό τον τρόπο τις αλλαγές και επιπτώσεις στο πολιτισμικό περιβάλλον και αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά την επενέργεια του χρόνου και τη διατήρηση των αξιών που ενσωματώνονται στους χώρους αυτούς.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αρχαιολογικός νόμος ν.4858/2021 ενσωματώνει όλους τους προηγούμενους νόμους (ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς»,  ΚΝ 5351/1932 «περί Αρχ/των», Νόμο 1469/1950, «περί ειδικής Προστασίας οικοδομημάτων ή μνημείων ή εν γένει κτισμάτων μεταγενεστέρων του 1830»), λειτουργώντας με τον τρόπο αυτό ως ένα παράδειγμα καλής νομοθέτησης.

Μέχρι σήμερα έχουν χαρακτηριστεί ως μνημεία και ιστορικοί τόποι και προστατεύονται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού τριάντα (30) κοιμητήρια στην ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα, από τα οποία δύο βρίσκονται στις Κυκλάδες. Τα κοιμητήρια αυτά αποτελούν υπαίθριους χώρους έκθεσης έργων γλυπτικής της Νεώτερης εποχής, κήπους αγαλμάτων θα λέγαμε, με διάφορες ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Τα περισσότερα από τα ταφικά μνημεία των κοιμητηρίων είναι έργα γνωστών γλυπτών  του τέλους του 19ου και αρχών του 20ου αι. Αναμεσά τους διακρίνουμε έργα των: Ν. Σπανού, Κ. Μαρμαρινού, Ν. Περάκη, Ι. Καρπάκη, Α. Βιτάλη,  Γ. Βιτάλη, Ι. Βιτάλη, Φραγκούλη Ταλιαδούρου, Ι.  Φυτάλη, Δημ. Ελευθεριάδη, Α. Canessa, Εμμ. Βούλγαρη, Γ. Λαμπαδίτη, κ.α.

Εκτός των παραπάνω περίτεχνων ταφικών μνημείων των χαρακτηρισμένων κοιμητηρίων από το ΥΠΠΟΑ ως μνημείων και ιστορικών τόπων, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε τα μη οργανωμένα κοιμητήρια με τα ταπεινά ταφικά κτίσματα των πολιτικών εξορίστων και κρατουμένων των νήσων Μακρονήσου και  Γυάρου, τα οποία έχουν χαρακτηριστεί από το ΥΠΠΟΑ στο σύνολό τους με τις νήσους ως ιστορικοί τόποι, διότι αποτελούν σημαντικούς χώρους ιστορικής μνήμης που έχουν αναπόσπαστα συνδεθεί με την ιστορία της νεώτερης Ελλάδας (ΦΕΚ436/Β’/05-06-1989-ΦΕΚ1680/Β’/17-12-2001).

Κλιματική αλλαγή – Μνημεία – Συνεργασίες

Συντονισμός: ΥΠΠΟΑ/ Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεώτερων Μνημείων

Οι επιπτώσεις της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά αποτελούν ένα γοργά εξελισσόμενο γεγονός. Στην Ελλάδα ακραία καιρικά φαινόμενα (πλημμύρες, πυρκαγιές, κατολισθήσεις κτλ) έχουν κατά καιρούς προξενήσει καταστροφές σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους, απειλώντας το πολιτιστικό αλλά και το φυσικό περιβάλλον. Είναι σήμερα επιτακτικός ο σχεδιασμός και η εφαρμογή μέτρων πρόληψης, μετριασμού και αντιμετώπισης των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής. Μία από τις προκλήσεις του εγχειρήματος είναι η ανάγκη ανάπτυξης συνεργειών και συνεργασιών ανάμεσα στις Υπηρεσίες Υπουργείων, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των ερευνητικών και επιστημονικών φορέων αλλά και διαλόγου μεταξύ φορέων και πολιτών. Εξίσου κομβική είναι και η εμπεριστατωμένη ενημέρωση και εκπαίδευση των στελεχών των εμπλεκόμενων φορέων αλλά και των πολιτών.

Προσδοκώντας σε μια διευρυμένη συζήτηση και σε αναζήτηση καλών πρακτικών, η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, διοργανώνει τη συνεδρία «Κλιματική αλλαγή – Μνημεία – Συνεργασίες». Σε αυτή, σας καλεί να παρουσιάσετε δράσεις αντιμετώπισης των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής στο πλαίσιο συνεργασιών για την προστασία των Μνημείων. 

Περί μουσείων ο λόγος: Μουσειακή πολιτική και λειτουργία σε ταραχώδεις καιρούς

Συντονίστριες: Όλγα Σακάλη, δρ αρχαιολόγος, ΥΠΠΟΑ/ Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων/Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων & Επικοινωνίας

Εσθήρ Σολομών, Επίκουρη Καθηγήτρια Μουσειολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Στην τρέχουσα ασφυκτική οικονομική και πολιτική συγκυρία που οι μουσειακές λειτουργίες τείνουν να αξιολογούνται με όρους οικονομικής-τουριστικής ανταποδοτικότητας και με εμπορευματικές επιλογές που συχνά αποκλείουν την πλειονότητα της κοινωνίας από την απόλαυση του πολιτιστικού αγαθού, ο κοινωνικός ρόλος των μουσείων τίθεται συνεχώς υπό διαπραγμάτευση.

Η πρόσφατη αλλαγή του νομικού καθεστώτος των κρατικών αρχαιολογικών μουσείων σε ΝΠΔΔ, αναζωπύρωσε τη δημόσια συζήτηση για τον επιστημονικό και παιδευτικό ρόλο των μουσείων, τη χρηματοδότηση και τη στελέχωσή τους, την εφαρμογή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων λειτουργίας τους και τη διαφαινόμενη κατάργηση των δωρεάν παροχών στους πολίτες. Παράλληλα, στη σύγχρονη συζήτηση περί μουσείων κομβικό ρόλο παίζουν οι έννοιες της πολιτισμικής συνύπαρξης, της συμπερίληψης, της πολιτισμικής δημοκρατίας, του κοινωνικού και περιβαλλοντικού ακτιβισμού, έννοιες που επαναπροσδιορίζουν τις μουσειακές πρακτικές: η προσέγγιση πολλών και διαφορετικών κατηγοριών κοινού που μπορούν να έχουν πρόσβαση στη μουσειακή εμπειρία με στόχο, εκτός των άλλων, και την οικονομική βιωσιμότητα των μουσείων, βρίσκεται στο επίκεντρο αυτών των στρατηγικών. Από την άλλη, η ίδρυση νέων μουσείων και μουσειακών χώρων στην επικράτεια (αρχαιολογικών, σύγχρονης τέχνης, λαογραφικών), οι δυσκολίες που επέφεραν η οικονομική και πανδημική κρίση στα μουσεία διεθνώς και  η στροφή τους σε ποικίλες ψηφιακές και άλλες δράσεις, δημιούργησαν ένα νέο μουσειακό τοπίο που, στα ελληνικά δεδομένα, μοιάζει συχνά να αδυνατεί να ενταχθεί σε έναν μακρόπνοο και βιώσιμο μουσειακό σχεδιασμό προς όφελος των πολιτών στο παρόν και το μέλλον.  

Στο παραπάνω πλαίσιο η θεματική συνεδρία επιχειρεί να διερευνήσει και να θέσει προς συζήτηση και προβληματισμό:

– ελληνική μουσειακή πολιτική: προοπτικές, δυνατότητες, περιορισμοί

– τα μουσεία στο πλαίσιο των δημοσιονομικών περικοπών και της μετατροπής τους σε πόλους τουριστικής ανάπτυξης

– σύγχρονη, διευρυμένη έννοια του «κοινού»: Ετερότητα, συμπερίληψη, απο-αποικιοποίηση.

– δημιουργία νέων μουσείων. Αναγκαιότητα ή όχι;

– η εμπειρία άλλων ευρωπαϊκών χωρών

– εργασιακό περιβάλλον: εργαζόμενοι/ες στα μουσεία

-τρόποι λειτουργίας μουσείων (αρχαιολογικών, σύγχρονης τέχνης, λαογραφικών): νομικό καθεστώς, περιορισμοί, κοινωνικά οφέλη

VI.

Χώρος, μνήμη και ετερότητα στο κέντρο της Αθήνας

Συντονίστρια: Ελένη Γουρνέλου, Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Στη θεματική θα συζητηθεί το θέμα του χώρου και της «ταυτότητας» μιας γειτονιάς του κέντρου της Αθήνα: Το παράδειγμα της Πλατείας Βικτωρίας που είναι και το θέμα της διπλωματικής μου (Msc) στο Τμήμα της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου (2013) (επιβλέπων Καθηγητής: Κώστας Γιαννακόπουλος).

Θα αναφερθούμε στις αντιλήψεις των ‘ντόπιων’ κατοίκων όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα μέσα από τις αλλαγές της χρήσης του χώρου στη γειτονιά τους αλλά και μέσα από τη συγκατοίκησή τους με τους μετανάστες που έχουν εγκατασταθεί στην περιοχή. Η συζήτηση μπορεί ν’ αναφερθεί, επίσης,  στις χωρικές πολιτικές που έχουν ακολουθηθεί τα τελευταία 50 χρόνια στην περιοχή αυτή, στη σχέση των Ελλήνων κατοίκων με τον χώρο και το πώς προέκυψαν αυτές σε συνδυασμό με την αρχιτεκτονική, την πολιτική και την πολιτισμική οργάνωση των προηγούμενων χρόνων. Ποιες είναι αντιλήψεις των ‘ντόπιων’ σε σχέση με τους μετανάστες που κατοικούν στην περιοχή καθώς και την αντιμετώπιση του «άλλου» σε θέματα εθνότητας, φυλής, θρησκείας, φύλου και σεξουαλικότητας. Έμφαση θα δοθεί στις σημερινές συνθήκες και τα θέματα που προβληματίζουν τους «ντόπιους» σε σχέση με τις αλλαγές στο χώρο, την εγκληματικότητα, τη περιθωριοποίηση της ‘τρίτης ηλικίας’, τη διατάραξη της «ευταξίας» στο χώρο, τις πολιτισμικές διαφορές, τις διακρίσεις, τους θύλακες καθώς και τις ενστάσεις που προκύπτουν από τη συγκατοίκηση Ελλήνων και μεταναστών στην ευρύτερη περιοχή. Επιπρόσθετα ζητήματα: ο ρατσισμός, η εξέλιξη των χώρων κατανάλωσης στη γειτονιά, το πλανόδιο εμπόριο, οι παρεμβάσεις συλλογικών ομάδων, οι εθνικές εκλογές και οι χωρικές πολιτικές εκ μέρους του κράτους, καθώς επίσης και τα ζητήματα συγκατοίκησης αλλά και οι αντιδράσεις των κατοίκων στην σύγχρονη επιχείρηση εξευγενισμού (gentrification) στη περιοχή με την αρχιτεκτονική μελέτη που κατατέθηκε πρόσφατα για το ΕΑΜ: αντιλήψεις, ταυτότητα, επιλογή κατοικίας, αντιδράσεις συλλογικοτήτων και κατοίκων των γύρω περιοχών, δημιουργία ενός ΜΗ τόπου, εκδίωξη κατοίκων που διαμένουν στη περιοχή με το πρόσχημα της ανάπλασης (μετρό, Μουσείο, ξενοδοχεία, εμπορικά καταστήματα).

Εργασίες μνήμης σε ακραία περιβάλλοντα της σύγχρονης μετανάστευσης

Συντονιστής: Πάνος Κούρος, Καθηγητής Τέχνης στην Αρχιτεκτονική, Πανεπιστήμιο Πατρών

H συνεδρία θα συζητήσει μεθόδους και πρακτικές της σύγχρονης τέχνης που εκκινούν από τις έννοιες της αντι-μνήμης και του αντι-μνημείου, για να φέρουν στο παρόν χαμένες και αποσιωπημένες ιστορίες της σύγχρονης μετανάστευσης, εμπλέκοντας ενεργά τους πολίτες στην εργασία της μνήμης. Πώς μπορούμε να εργαστούμε για τη σημείωση της μνήμης των εμπειριών ζωής στους κατεστραμμένους προσφυγικούς καταυλισμούς ή στις απομονωμένες ζώνες τράνζιτ; Πώς ερχόμαστε σε επαφή με τραυματικές πτυχές της πρόσφατης ιστορίας της πόλης και δημιουργούμε ένα πεδίο ενεργής μνήμης που αντιτίθεται στις κυρίαρχες αφηγήσεις και προκαλεί το κοινό να πάρει θέση για αυτό που συνέβη, για τις ανθρώπινες απώλειες, τις μη αναγνωρισμένες παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων; Πώς ενεργοποιούμε την κοινωνική μνήμη όταν δεν έχει απομείνει κανένα υλικό ίχνος; Πώς διαχειριζόμαστε τα ψηφιακά ευρήματα; Πώς μπορούμε, χρησιμοποιώντας μεθόδους της αρχαιολογίας, να παρέμβουμε στις κατασκευές της μνήμης, δημιουργώντας διαλογικές δημόσιες σφαίρες και δυνατότητες πολιτικού ανταγωνισμού και δράσης;


Τα αντι-μνημεία που σχεδιάστηκαν με αφορμή τα μεγάλα τραυματικά γεγονότα του 20ου αιώνα ανέδειξαν αντι-ιεραρχικές, αντι-θεαματικές, επιτελεστικές και εφήμερες πρακτικές σημείωσης της μνήμης, ενσωματώνοντας συμβολικά την απώλεια και την εξαφάνιση. Η σύγχρονη συνθήκη βίαιου εκτοπισμού και μετακίνησης στις πολιτικές και πολιτισμικές αλληλεξαρτήσεις προτρέπει να φανταστούμε τρόπους κατασκευής της μνήμης σε ένα σύνθετο, διευρυμένο πεδίο που περιλαμβάνει ταυτόχρονα τους μετασχηματισμούς και τις επιπτώσεις στο γήινο και οικονομικό οικοσύστημα. Σε αυτό το πεδίο αποκτούν σημασία τόσο η ιστορία ανακυκλήσεων των υλικών και διαδικτυακών ιχνών όσο και  τα ασταθή χωρικά τους πλαίσια στις γεωλογικές, οικονομικές και μιντιακές τους διαρθρώσεις και συγκρούσεις.

Εύθραστες αναπαραστάσεις. Η μνημειοποίηση/ μη μνημειακότητα της κρίσης

Συντονίστριες: Κωνσταντίνα Θεοδώρου, αρχιτέκτονας

Καλλιόπη Κατσικαβέλη, αρχιτέκτονας, ΥΠΠΟΑ/Διεύθυνση Προστασίας & Αναστήλωσης Νεώτερων και Σύγχρονων Μνημείων

Τη δεκαετία που πέρασε οι αναπαραστάσεις του αθηναίκού αστικού τοπίου, μέσα από ξεναγήσεις, καλλιτεχνικές δράσεις, θεωρητική παραγωγή και δημόσιες συζητήσεις, με απεύθυνση τόσο τοπική, όσο και διεθνή, ήταν αναπόδραστα επηρεασμένες από την πραγματικότητα μιας πολυεπίπεδης κρίσης, αναδεικνύοντάς την σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Στην έξοδο της δεκαετίας, με τους μετασχηματισμούς της πόλης εν εξελίξει και μια έντονη, συστημική προσπάθεια να αλλάξει η έξωθεν μαρτυρία, το αφήγημα της κρίσης μετατοπίζεται σταδιακά στο παρελθόν. Όσο κι αν στις λιγότερο κεντρικές περιοχές τα σημάδια παραμένουν, η κοινή επιθυμία να σβηστούν χαιρετίζει με όλες του τις αντιφάσεις το νέο πρόσωπο της Αθήνας, όπως αυτό αναδύεται στις πιο τουριστικές, κεντρικές περιοχές της.

Η κρίση ως αστοχία του συστήματος, όσο κι αν τυπικά και προβλέψιμα επαναλαμβάνεται, σαν μια σχεδόν επιθμητή δυσλειτουργία με σκοπό τον αναπρογραμματισμό σε μια πιο αποδοτική νέα τάξη, έχει τέλος, υπονοεί μια έκβαση σε μια κατάσταση σταθερότητας. Υπονοεί κάποιου είδους επιδιόρθωση, όσο κι αν η επιδιόρθωση συχνά δεν θεραπεύει τις αιτίες του σφάλματος, αλλά τις αναπαράγει. Η κανονικότητα που επέρχεται εσωτερικεύει το τραύμα – τα συμπτώματα, τα σημάδια της ρωγμής είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν ενώ οι αιτίες της δυσλειτουργίας εγγράφονται σε ένα νέο κανόνα που τις προεξοικονομεί.

Πως λοιπόν μέσα στο αστικό πεδίο μπορούμε να διατηρήσουμε τη μνήμη της κρίσης που είναι προορισμένη να τελειώσει, πως να προσεγγίσουμε την ευθρασότητα και προσωρινότητα του αναπαριστώμενου; Πως οι αναπαραστάσεις μας μπορούν να αποφύγουν την παγίδα ενός ruin porn; Είναι εντέλει θεμιτό να διατηρηθεί αυτή η μνήμη και τι μπορεί να μας προσφέρει; Χωρίς την ασφαλή απόσταση που έχουμε από το αρχαίο παρελθόν, πως μπορούμε να κάνουμε μια αρχαιολογία της κρίσης, σε μια συνθήκη χρονικής και συναισθηματικής εγγύτητας;

Στη θεματική αυτή θα θέλαμε να δούμε διάφορες προσεγγίσεις, παρεμβάσεις – καλλιτεχνικές, προφορικής ιστορίας, συμμετοχικές δράσεις, ξεναγήσεις, ως προς το πως γίνεται να μιλήσουμε στο παρόν για το παρόν που δεν είναι εκεί, να φέρουμε στο φως τη ρωγμή του παρόντος.

Το δυναμικό μουσείο της πόλης: Χαρτογραφώντας την αστική πολιτισμική μνήμη

Συντονιστές: Δρ Μοίρα Μαρία, Δρ. Μακρής Δημήτρης

Οι ιστορικές ευρωπαϊκές πόλεις, όπως η Αθήνα, αποτελούν ένα πολυσύνθετο, ανοικτό και εξαιρετικά ενδιαφέρον πεδίο ανάπτυξης εναλλακτικών και πειραματικών μοντέλων αστικού βιωματικού τουρισμού που στόχο έχουν την διερεύνηση της ιστορικής και πολιτισμικής τους καταγωγής και προοπτικής. 

Προτείνονται δυναμικές αστικές διαδρομές πολιτισμού με στόχο την ανάδειξη του παλίμψηστου παρελθόντος της πόλης και την κριτική ερμηνεία της ιδιαίτερης ταυτότητας του τόπου. 

Στην εποχή της ρευστότητας, της κινητικότητας, της διαρκούς επιτάχυνσης, αλλά και της τυποποίησης καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών, όπως εν πολλοίς συμβαίνει με τον τουρισμό, υπάρχει το περιθώριο ανάδειξης μιας σειράς διαφορετικών προσεγγίσεων με αιχμή την πρόσληψη-κατανόηση-απόλαυση του ιδιαίτερου φυσιογνωμικού ιδιώματος της πόλης από τον εκάστοτε περιστασιακό της επισκέπτη.  

Διερευνάται ο χαρακτήρας μιας σειράς εναλλακτικών οδοιπορικών προς αναζήτηση του πολυσήμαντου και πολυδιάστατου χαρακτήρα μιας πόλης όπως η Αθήνα, με οδηγό την ιστορία και το μύθο, την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία, τις λογοτεχνικές αφηγήσεις, τα αρχειακά στοιχεία και τα αρχαιολογικά τεκμήρια. 

Ο περιηγητής, ο ξένος, με παράλληλη χρήση των σύγχρονων συστημάτων πλοήγησης και επεξεργασίας πληροφοριών ή την Επαυξημένη Πραγματικότητα, παρακινείται να κατοικήσει εφήμερα, όχι την στερεοτυπική εικόνα μιας πόλης-καρτ ποστάλ, αλλά την ζώσα πόλη, βιώνοντας την διασύνδεση του παρελθόντος με το παρόν και εξερευνώντας δυνητικές καταστάσεις του μέλλοντος.

Να ακολουθήσει τα αποτυπώματα του χρόνου στην παλίμψηστη υλική επιφάνεια της.

«Αρχαίο» και σύγχρονο γκράφιτι: νοηματοδοτήσεις και πρακτικές του δημόσιου χώρου

Συντονιστ(ρι)ες: Αναστάσιος Κουντούρης, Καλλιόπη Κουντούρη, Βαρβάρα Κονδύλη & Χαράλαμπος Μαγουλάς

Ο εντατικοποιημένος διεπιστημονικός και κοινωνικός διάλογος για το γκράφιτι, καθώς εγγράφεται στο πεδίο του λόγου (discourse) για το διαφιλονικούμενο αστικό δημόσιο χώρο, φαίνεται πως αναζωπύρωσε και τον σχετικό αρχαιολογικό. Σημεία τομής ανάμεσα στο λεγόμενο «αρχαίο» και σύγχρονο γκράφιτι μπορούν να λογιστούν, μεταξύ άλλων, θέματα βίωσης της «υπαρκτής πόλης», με περίπλοκους συσχετισμούς ανάμεσα σε ανθρωπογενές και φυσικό περιβάλλον, και μέγα διακύβευμα τον διαρκή επαναπροσδιορισμό χρήσεων, νομής και, εντέλει, εξουσίας στον αστικό δημόσιο χώρο. Υπό το θολό πρίσμα της «ανάπτυξης», το σύγχρονο γκράφιτι, παρότι αποτελεί εκφραστική αποτύπωση ατομικοτήτων και συλλογικοτήτων, σε μεγάλο βαθμό, απορρίπτεται και διώκεται από τον διαβόητο «εξευγενισμό» (gentrification).

Το αρχαίο (ορθότερα, ίσως, «προγενέστερο», γκράφιτι) μοιράζεται μία «αρχαιολογία» με το σύγχρονο «style graffiti», από το οποίο σαφώς διαφοροποιείται τεχνικά και οντολογικά, αλλά συμβιώνουν σε μητροπόλεις που εκτείνονται σε μεγάλο ιστορικό βάθος, όπως, φερεπείν, η Αθήνα κι η Ρώμη. Το πρώτο είδος γκράφιτι απαντάται υλοποιημένο, κυρίως, με τη μορφή χαραγμάτων και ακιδογραφημάτων, πανθομολογούμενα αποτελεί πολύτιμο εργαλείο διεπιστημονικής έρευνας. Διαυγάζει λιγότερο μελετημένες εκφάνσεις του χτες και συνδράμει, συχνά, στην επανεξέταση παγιωμένων εκτιμήσεων για όψεις του παρελθόντος, συνεισφέροντας στην πληρέστερη κατανόησή του. Το σύγχρονο, πάλι, γκράφιτι, με τους εννοιολογικούς κι υφολογικούς μετασχηματισμούς του, αν και λογίζεται κοντόφθαλμα και συλλήβδην «παράνομο», ενεργοποιείται σε πεδία έντασης, όπως στη χωροθέτηση ανάμεσα σε ελευθερία κι αυθαιρεσία, σε ατομική έκφραση και ναρκισσισμό και σε μία αισθητική εννοιολογήσεων μεταξύ «χάους» κι ελεύθερων αισθητηριακών ανταποκρίσεων∙ εντέλει, στην επανανοηματοδότηση δημόσιου, ιδιωτικού και ατομικού. Ευρύτερα, «αρχαίο» και σύγχρονο γκράφιτι εγείρουν ταυτοτικά ζητήματα υλικής και άυλης κληρονομιάς στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον παλίμψηστων ιστορικών πόλεων.

Μία τέτοια θεματική συνεδρία (στρογγυλή τράπεζα, εργαστήριο κ.ά.) θα μπορούσε, συνεπώς, να προσεγγίσει ζητήματα συνύπαρξης και διαλεκτικής «αρχαίου» και σύγχρονου γκράφιτι σε πολυπολιτισμικές, διαρκώς επεκτεινόμενες μητροπόλεις, με βάθος χρονικής παρουσίας, όπως η Αθήνα, μίας συνύπαρξης εγγεγραμμένης σε περικείμενο ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος, μνήμης, αρχαιολογίας της πόλης, τουρισμού κι «ανάπτυξης».

VI.

Αρχαιολογία και Ανθρωπόκαινο: Ανασκάπτοντας τη Νέα Εποχή

Συντονιστής: Χρήστος Ν. Μηλιώνης, δρ. αρχαιολόγος, ΕΦΑ Δυτικής Αθήνας/ Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο

Ο όρος «Ανθρωπόκαινο»  (ή «Ανθρωπόκαινος εποχή») έχει προταθεί να αποτελέσει, δίχως ωστόσο να έχει λάβει ακόμη κάποια επίσημη αναγνώριση, μια νέα υποδιαίρεση του γεωλογικού χρόνου που θα πρέπει πλέον να διαδεχθεί το Ολόκαινο, ήτοι την πιο πρόσφατη γεωλογική περίοδο που θεωρείται ότι βιώνουμε τα τελευταία 12.000 έτη – σε μια τέτοια περίπτωση, η ανθρώπινη παρουσία στον πλανήτη και τα υλικά κατάλοιπα αυτής θα εγγράφονται πλέον σε τρεις διαφορετικές γεωλογικές περιόδους. Η διαφοροποίηση της Ανθρωποκαίνου, ωστόσο, έγκειται στο γεγονός ότι οφείλει τη δημιουργία και την υπόστασή της αποκλειστικά και μόνο στην ανθρώπινη δραστηριότητα, που πλέον έχει κατορθώσει να αλλάξει εκτεταμένα το περιβάλλον και τα ευρύτερα συστήματα του πλανήτη μας – από τη γεωλογία μέχρι και το κλίμα του (ενδεικτικά Crutzen and Steffen 2003∙ Steffen et al. 2015).

Τα τελευταία χρόνια ο όρος απασχολεί εκτεταμένα την επιστημονική κοινότητα και εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στη βιβλιογραφία πολλών επιστημονικών πεδίων. Ειδικά στο ευρύτερο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών και στο υποπεδίο της αρχαιολογίας, ωστόσο, διαπιστώνεται μια πολύ ενδιαφέρουσα πολυφωνία: οι προσεγγίσεις των ιστορικών (βλ. λ.χ. την ομιλία του Γ. Βλάχου, εντεταλμένου ερευνητή στο Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών του ΕΙΕ, στο σύνδεσμο https://www.youtube.com/watch?v=zs_6N2bcoqI) διαφοροποιούνται από τις προσεγγίσεις αρχαιολόγων όπως ο Μ. Edgeworth (ενδεικτικά https://www.anthropocene-curriculum.org/contributors/matt-edgeworth), ο οποίος επιπρόσθετα πραγματεύεται το χρονικό παράδοξο του ότι ανασκάπτουμε ένα γεωλογικό-αρχαιολογικό αρχείο που ταυτόχρονα δημιουργούμε και μορφοποιούμε (Edgeworth 2021). Παράλληλα, μια ευρύτερη ασυμφωνία θέλει το Ανθρωπόκαινο να έχει ξεκινήσει (και να έχει αφήσει χαρακτηριστικά υλικά κατάλοιπα στο αρχαιολογικό αρχείο) είτε μόλις κατά τη μεταπολεμική περίοδο (που μνημονεύεται από τους σύγχρονους ιστορικούς ως η «Μεγάλη Επιτάχυνση» [“Great Acceleration”] της ανθρωπότητας) είτε ήδη από τα τέλη του Πλειστόκαινου (Erlandson & Braje 2013), συνδέοντας με ένα αόρατο νήμα την πίστη του R. Smithson (1967) ότι οι χωματερές αποτελούν σύγχρονα μνημεία με την προκολομβιανή “terra preta” (https://www.mpg.de/16301018/0118-wisy-0118-wisy-9347732-x-9347732-x).

Δεδομένου ότι η συζήτηση του θέματος στην Ελλάδα μοιάζει να είναι ακόμη περιορισμένη, η παραπάνω πρόταση αποτελεί ένα κάλεσμα προς κάθε ενδιαφερόμενο, αποσκοπώντας στην έναρξη ενός πιο δομημένου διαλόγου: είτε μέσα από προσωπικά βιώματα είτε μέσα από θεωρητικές ή και διεπιστημονικές προσεγγίσεις, οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να ερμηνεύσουν, να κρίνουν και να περιγράψουν έναν όρο που πιθανότατα θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα στο μέλλον.

Σχολιάστε

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε